Το  δικαiωμα  της  γέννησης.  

Ας φανταστούμε τη στιγμή που κάτι γεννιέται, εμφανiζεται, έρχεται στον κόσμο, είτε ένα μωρό, ένα ζώο, ένα φυτό ή κάτι άλλο. Οποιοδήποτε είδος κι αν είναι, η φυσική κατάσταση όλων έχει κάτι κοινό που μας ελκύει. Ανεξάρτητα από τον τόπο γέννησής μας, το χρώμα  μας, τις δυσκολίες από τη γέννησή μας, τις ασθένειες, τις αναγκαιότητες από το ότι γεννηθήκαμε σε μια οικογένεια ή χώρα, πλούσια ή φτωχή, από το ποια ήταν η κατάσταση κατά τη γέννηση, έχουμε όλοι αυτό το ίδιο πράγμα στο νου μας. Κανείς δεν έρχεται στον κόσμο χωρίς αυτό το πράγμα. Είναι επίσης η εμπειρία που έχουμε όταν βλέπουμε κάτι νεογέννητο. Όλοι έχουμε γεννηθεί με το ίδιο αυτό πράγμα που δεν έχει όνομα, που είναι όμως κοινό σε όλους και που μας θέλγει. Ξέρουμε ότι δεν πρόκειται για τον θάνατο, ούτε είναι η χαρά του πατέρα και της μητέρας, κατά τη γέννηση του παιδιού τους.  Είναι αυτό  που  νοιώθουμε  όταν βλέπουμε ένα καινούργιο πράγμα χωρίς να ξέρουμε τι είναι.

Να βρει κανείς αυτή την κατάσταση, είναι το δικαίωμά γέννησης. Παρ’όλο που έχουμε πάρει πολλά από τους γονείς μας, αυτά δεν μας έχουν δώσει αυτό το δικαίωμα  γέννησης.  Ούτε πρόκειται για ένα κοινωνικό δικαίωμα γιατί δεν το έχουμε λάβει από κανέναν άλλον. Είναι δικό μας, αποκλειστικά σε μας ανήκει το να ξαναβρούμε αυτό το πολύτιμο πράγμα που το έχουμε ανάγκη και που το έχουμε χάσει. Όσο δεν το ξαναβρίσκουμε δεν θα είμαστε ευτυχείς. Δεν είναι χαμένο, έχει παραπέσει και δεν είναι πια στη θέση του. Αυτό  το  δικαίωμα  γέννησης είναι  ανεξάρτητο από  την αντίληψή μας. Καθώς ούτε το έχουμε δει ούτε το έχουμε ακούσει είναι πέρα από κάθε αντίληψη ή κάθε εμπειρία. Αλλιώς θα ήταν ψευδαίσθηση. Ήταν ήδη εκεί προτού ακόμα αρχίσουμε να   χρησιμοποιούμε τα όργανα αντίληψης. Ομοίως δεν μπορεί να εξηγηθεί με λέξεις ή με εικόνες.

Ορισμός  του διαλογισμού. Ο διαλογισμός είναι αυτός που μας επιτρέπει να ξαναβρούμε αυτήν την κατάσταση, να ξαναβρούμε το δικαίωμα γέννησης. Με τον ίδιο τρόπο που είμαστε ανυπόμονοι να βρούμε κάτι που το έχουμε χάσει, θα πρέπει να είμαστε επίσης ανυπόμονοι να ξαναβρούμε αυτό το δικαίωμα. Ο διαλογισμός είναι η αναζήτηση κάποιου πράγματος που ανήκει μόνο σε μας, που πρέπει να προσπαθήσουμε να το ξαναβρούμε και να  προσπαθήσουμε να μη το ξαναχάσουμε. Είναι σαν υπενθύμιση από καιρό σε καιρό που γίνεται όλο και συχνότερα και η οποία χάρη στις επαναλήψεις γίνεται όλο και εντονότερη στη ζωή μας. Ο διαλογισμός δεν είναι η προσευχή γιατί δεν ακούμε τίποτε απ’ έξω, είτε πρόκειται για το Θεό, έναν αρχηγό, ένα δάσκαλο, τους γονείς μας κλπ. Είναι μια πολύ προσωπική αποκάλυψη ενός πλούτου που βρίσκεται μέσα μας.

Η συγκέντρωση είναι μια άλλη έννοια, η τεχνική που χρησιμοποιούμε για να συγκεντρώσουμε το νου μας, για να εστιάσουμε και να επικεντρώσουμε την εργασία έρευνας αποφεύγοντας οτιδήποτε δεν είναι αναγκαίο στην έρευνα.

Γιατί πρέπει να διαλογιζόμαστε  ;

1. Για να ξαναβρούμε το δικαίωμα γέννησης. Είναι φυσικό ότι δεν θα πρέπει να το χάσουμε και να κάνουμε τα πάντα για να διατηρήσουμε αυτή την κληρονομιά που είναι μέρος της γέννησής μας. Η κληρονομιά αυτή δεν έχει όνομα, δεν την λάβαμε ούτε απ’ τους γονείς μας ούτε απ’ τους φίλους μας. Αλλά είναι αυτός ο κόσμος, η παιδεία που λάβαμε και οι γονείς μας που είναι υπεύθυνοι για το γεγονός ότι έχουμε απομακρυνθεί από αυτό το βασικό δικαίωμα.

2. Για να αλλάξουμε τον τρόπο ζωής μας, την ύπαρξη και συμπεριφορά  μας απέναντι στους άλλους, όποιοι κι αν είναι. Δεν πρόκειται για μεταβολή του χαρακτήρα μας. Η συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είμαστε.

3. Για να σταθεροποιήσουμε το νοητικό μας, για να το απελευθερώσουμε από την ευχαρίστηση και απ’ το βάσανο, απ’ την αιτία δηλαδή για την οποία χάσαμε το δικαίωμα  γέννησης  μέσα  μας. Επηρεαζόμαστε τόσο πολύ απ’ αυτό που λαμβάνουμε απ’ τους άλλους (γονείς, δασκάλους, κ.α.) που οδηγούμαστε στην απώλεια αυτού του δικαιώματος και τελικά χάνουμε την ίδια μας τη θέαση του κόσμου. Ξεχνάμε την ύπαρξη του δικαιώματος γέννησης μας. Φταίει το ίδιο μας το νοητικό.  Πώς είναι το νοητικό μας; Το νοητικό μας ταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ  της χαράς και του πόνου. Επιπλέον  συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι η ευχαρίστηση που μειώνει τη λύπη και ότι δεν ξέρουμε ούτε πόσο χρόνο ούτε προς ποια κατεύθυνση μας οδηγεί αυτό το νοητικό. Παρ’ όλα τα πλούτη,  κατά  βάθος είμαστε ανικανοποίητοι.  Αισθανόμαστε ότι κάτι μας λείπει. Δεν πρέπει να ρίχνουμε το φταίξιμο ούτε στους  γονείς ούτε στους φίλους ούτε και στο κοινωνικό περιβάλλον γιατί κάνουμε το ίδιο στους άλλους. Σε  τέτοιο μάλιστα  σημείο που έχουμε  την εντύπωση ότι υπάρχει μόνο ο εμπειρικός κόσμος.

Ο  διαλογισμός μας βοηθά να σταθεροποιούμε το νοητικό μας, να μειώνουμε την έλξη που ασκεί ο κόσμος και να αποφεύγουμε την επίδραση των συνεχών αλλαγών.

4. Για να βρούμε την αιτία για την oπoία γεννηθήκαμε, βρισκόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο με τρόπο που το αίσθημα της έλλειψης της μη ικανοποίησης εξαφανίζεται. Καθώς η εμπιστοσύνη στην ίδια μας την ύπαρξη εξαφανίζεται βαθμηδόν όσο επηρεαζόμαστε από την εμπειρία των άλλων, ανακαλύπτουμε με τα χρόνια ότι κάτι μας λείπει.

5. Για να ελαττώσουμε την ταχύτητα των αντιδράσεών μας απέναντι στον εξωτερικό κόσμο. Οι αλλαγές στο νοητικό μας είναι τόσο γρήγορες που αντιδρούμε πριν ακόμη καλά καλά σκεφτούμε, χωρίς αληθινά να ξέρουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Δεν καταλαβαίνουμε πάντοτε, αλλά παρ’ όλα αυτά αντιδρούμε. Ο εξωτερικός κόσμος, εξ’  άλλου,  δε μας επιτρέπει να ελαττώσουμε αυτή την ταχύτητα. Το δικαίωμα γέννησης είναι το σημείο αναφοράς μας. Πρέπει  λοιπόν να διαλογιστούμε για να αποφεύγουμε τις υπερβολές, έτσι ώστε οι αντιδράσεις μας να ανταποκρίνονται στη δοθείσα κατάσταση. Η νοητική κατάσταση έχει μεγάλη επίδραση στο σώμα και στην υγεία. Όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα με την οποία το νοητικό περνά από τη μια κατάσταση στην άλλη, τόσο το σώμα πρέπει να προσαρμόζεται. Το σώμα όμως δεν είναι τόσο ταχύ όσο το νοητικό. Αυτό μπορεί να επιφέρει σωματική ασθένεια. Το σώμα και το νοητικό πρέπει να είναι συγχρονισμένα.

6. Για να γίνει θεσμός ο καθημερινός διαλογισμός

7. Για να επιτείνουμε το σημείο αναφοράς που αποτελεί το δικαίωμα γέννησής μας. Η σταθερότητα του μας επιτρέπει να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες και καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν και να καλούμε αυτή τη δύναμη μέσα μας, που μας βοηθάει να κυβερνούμε τη ζωή μας.

Τι χρειαζόμαστε πράγματι για να διαλογιστούμε;

Χρειαζόμαστε το νοητικό μας. Δεν είναι ο νους που νοιώθει τη χαρά και τη λύπη, που επιθυμεί, που θέλει κάτι. Πρέπει απλά να χρησιμοποιούμε το νοητικό για να βρούμε κάτι το πολύτιμο.

Η πεποίθηση είναι αναγκαία. Η πεποίθηση ότι ήλθαμε σ’ αυτό τον κόσμο με το ίδιο πράγμα που είναι αποκλειστικά δικό μας, που είναι μέσα μας και που πρόκειται να το  ξαναβρούμε. Πρέπει επίσης να είμαστε ικανοί  να ξεχνάμε το σώμα  μας, για μερικά δευτερόλεπτα δηλ. να μη του δίνουμε υπερβολική σημασία. Κάθε δευτερόλεπτο μετράει. Πρέπει να προσπαθούμε να ξεχνάμε την έλξη προς το ίδιο μας το σώμα.

Ο συλλογισμός είναι επίσης απαραίτητος. Παρ’ όλο που ο νους ταλαντεύεται συνεχώς μεταξύ χαράς και λύπης, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί και να μας βοηθήσει. Καθετί στη ζωή μας και το καλό και το κακό, προέρχεται από το νου.  Μπορεί  να  μας  βοηθήσει να  βελτιωθούμε, αλλά  μπορεί  και  να  μας καταστρέψει.  Πρέπει λοιπόν να δράσουμε με τρόπο που να σταματήσει να ταλαντεύεται ανάμεσα στα δύο άκρα. Δεν πρόκειται εν τούτοις να σταματήσουμε το νου μας, αλλά να μην τον αφήσουμε για μερικά δευτερόλεπτα, να εμπλακεί στις εξωτερικές δραστηριότητες.

Ποια είναι τα εμπόδια σ’ αυτή την έρευνα ;

Είναι  πολυάριθμα, αλλά τα κυριότερα εμπόδια, είναι τα ακόλουθα :

1. Η λογική μας. Καθένας μας επιθυμεί να μετατρέψει και να εκφράσει με λέξεις ή με εικόνες αυτό που έχει μέσα του (παρ’ όλο που έχουμε ανάγκη απ’ αυτές τις λέξεις και τις εικόνες στην καθημερινή μας ζωή). Στη Δύση είναι μεγάλο εμπόδιο γιατί δεν μας αναγνωρίζεται το δικαίωμα να είμαστε σιωπηλοί. Δεν πρόκειται για «λεκτική» σιωπή αλλά να μείνει το νοητικό μας σιωπηλό για μερικά δευτερόλεπτα. Από τη στιγμή που θα προσπαθήσουμε να εκφράσουμε αυτό το δικαίωμα γέννησης με λέξεις εγείρουμε  ένα εμπόδιο. Είναι ικανό ένα νεογέννητο να εκφραστεί με λέξεις; Θέλουμε πάντα να λέμε στους άλλους αυτό που ζούμε και αισθανόμαστε, πράγμα που είναι μεγάλο εμπόδιο αν οι άλλοι δεν συμφωνούν. Αυτό μας οδηγεί στο 2° εμπόδιο.

2. Η αμφιβολία.  Γιατί αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε για το νου μας. Μοιραζόμαστε πάντα μεταξύ χαράς και λύπης. Ο νους μας φτιάχνει ή μας χαλάει, ενώ το δικαίωμα γέννησης δεν είναι ούτε χαρά ούτε λύπη.

3. Η αναπνοή μας που είναι ο σύνδεσμός  με το νου μας.  Η ταχύτητα με την οποία το νοητικό μας περνά από μια χαρά σε άλλη, από μια λύπη σε άλλη είναι συγκρίσιμη με το ρυθμό στη μουσική. Όσο ο ρυθμός της αναπνοής είναι συνεχής, τόσο λιγότερο το νοητικό θα ταλαντεύεται από μια διάθεση στην άλλη.  Αυτό δεν  σημαίνει ότι πρέπει να  πάψουμε να αναπνέουμε.

4. Από τη στιγμή που συνειδητοποιούμε σωματικά ερεθίσματα, όποια κι αν είναι αυτά και συνεπώς απομακρυνόμαστε από το αντικείμενο έρευνάς μας. Ο ρυθμός της αναπνοής πρέπει να είναι συνεχής για να μη γίνεται εμπόδιο.

×
×

Cart